Όσοι επισκέπτονται και ακόμη περισσότερο όσοι συχνάζουν στο καφενείο της ΒΟΥΛΑΣ με το όνομα: ΝΟΤΟΣ από την πρώτη στιγμή της υποδοχής αισθάνονται ότι βρίσκονται σε μία όαση και κυριολεκτικά και μεταφορικά. Πρώτα-πρώτα θα πρέπει να διευκρινίσω, ότι όλα όσα γράφω δεν εντάσσονται σε κάποια εργαλειακή λογική ούτε, εννοείται, ότι εκφράζουν, έστω στοιχειωδώς, κάποιο πνεύμα ανταπόδοσης. Η αφετηρία των σκέψεών μου για το «ΝΟΤΟΣ» τοποθετείται σε μία πρόσφατη συνομιλία που είχα με το φίλο μου κύριο Δημήτρη Ράπτη, ο οποίος μου αφηγήθηκε την ιστορία του καφενείου από την ίδρυσή του.

Επίσης τονίζω, ότι και εγώ προσωπικά ως θαμώνας, εδώ και χρόνια, έχω διαπιστώσει όλα όσα με αφορούν ως πελάτη. Γιατί, λοιπόν, το «ΝΟΤΟΣ» θεωρείται και αντιμετωπίζεται όχι μόνον από τους πελάτες του, αλλά από το σύνολο των δημοτών και των κατοίκων της περιοχής ως εξαιρετικός και μοναδικός χώρος αναψυχής και ανάπαυλας; Μπορούμε στο ερώτημα αυτό να απαντήσουμε ως εξής: πρώτον, το καφενείο έχει την ιδιαιτερότητα να λειτουργεί και ως αναψυκτήριο και ως εστιατόριο. Οι δύο αυτές χρήσεις παρέχουν στον ιδιοκτήτη και γενικότερα στη διεύθυνση τη δυνατότητα να επεξεργασθεί το σχετικό πρόγραμμα αναψυχής χωρίς να αναζητεί, κατά διαστήματα, την υπερφόρτωση της μίας δραστηριότητας εις βάρος της άλλης.

Δεύτερον, το «ΝΟΤΟΣ» αναπτύσσεται ως χώρος εστίασης χωρίς να επικαλείται φαντασμαγορικές επιγραφές. Είναι ένα απλό, λιτό καφενείο, του οποίο ο πρώτιστος στόχος είναι οι θαμώνες του να αισθάνονται ότι «βρίσκονται στο σπίτι τους». Δεν επεδίωξε ποτέ, από τότε που λειτουργεί, να αλλάξει το προφίλ του. Στην έκταση που εκτείνεται γύρω του, λειτουργεί η «παιδική χαρά», δηλαδή ένα ειδικό πάρκο για παιδικές δραστηριότητες. Ας σημειωθεί, ότι ο Δήμαρχος κύριος Γρηγόρης Κωνσταντέλλος, διαμόρφωσε τον χώρο αυτό σε πρότυπο. Αλλά το θέμα μας είναι να εξετάσουμε πώς και γιατί μπορούν να συνυπάρξουν στον «ΝΟΤΟΣ» και οι δραστηριότητες των παιδιών και οι συναναστροφές των ενηλίκων. Ενδεχομένως να μην θέτω σε σωστή βάση τον προβληματισμό μου. Αλλά, θα μου επιτρέψουν οι αναγνώστες, μία συγκριτική αναφορά με όσα συμβαίνουν στην επονομαζόμενη «κεντρική πλατεία» της ΒΟΥΛΑΣ. Στον ευρύτερο χώρο της πλατείας και τα παιδιά και οι πελάτες των εστιατορίων, δραστηριοποιούνται στο πλαίσιο μίας «λογικής της ζούγκλας». Όλοι είναι ο ένας πάνω στον άλλον. Και η παιδαγωγική λογική των γονέων «πάει περίπατο».

Δεν θα επιμείνω σ’ αυτό το θέμα, αλλά εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι να κατανοήσουμε, ότι δεν έχουμε να κάνουμε με έναν «καταμερισμό εργασίας» (δηλαδή δραστηριοτήτων), ανάμεσα στα παιδιά που κοινωνικοποιούνται και στους θαμώνες του καφενείου. Το ίδιο το καφενείο «ΝΟΤΟΣ» λειτουργεί ως επικοινωνιακός θεσμός της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Όταν λοιπόν υποστηρίζω ότι το «ΝΟΤΟΣ» είναι μία όαση στη ΒΟΥΛΑ, εννοώ, εκτός των άλλων, ότι παρέχει στους πελάτες του τη δυνατότητα και να αναπτύξουν τις μεταξύ τους σχέσεις, αλλά και να σέβονται και να αναγνωρίζουν τον «άλλον ως εαυτό» (όπως υποστηρίζει ο γάλλος φιλόσοφος Paul Ricœur, στο βιβλίο του: «Soi-même comme un autre» – 1990).

Στο «ΝΟΤΟΣ», όπως έχω διαπιστώσει δεν συχνάζουν μόνον δημότες και κάτοικοι της ΒΟΥΛΑΣ. Υποδέχεται και επισκέπτες από άλλες περιοχές του λεκανοπεδίου. Και ενώ θα μπορούσε, ως χώρος εστίασης, να μπει στον αχαλίνωτο κερδοσκοπικό μηχανισμό, ο οποίος μετατρέπει τις σχετικές επιχειρήσεις σε «τέρατα», αυτορρυθμίζεται εντός των ορίων του. Θέλω να πω, ότι π.χ. κατά τους καλοκαιρινούς μήνες δεν μετατρέπεται σε ευκαιριακή δημόσια σκηνή, όπου συνωστίζονται όλοι όσοι πάσχουν από το σύνδρομο της επίδειξης. Άλλο πράγμα είναι η παρουσία των λουομένων στην παραλία και άλλο πράγμα είναι η επαφή και η συναναστροφή χωρίς τις φαντασμαγορικές αναφορές.

Στη σύντομη αυτή παρέμβασή μου σχετικά με το καφενείο «ΝΟΤΟΣ», επεδίωξα να επιτύχω δύο πράγματα: πρώτον, να κατανοήσουμε όλοι μας, ότι αυτό το καφενείο είναι και μία όαση στην περιοχή μας, αλλά επιπλέον ότι λειτουργεί και σε επικοινωνιακό και σε κανονιστικό επίπεδο ως θεσμός ανθρώπινης συναναστροφής. Οπότε όταν ο Georg Simmel (1858-1918) θέτει το ερώτημα πού θα μπορεί να τοποθετηθεί η ψυχή μίας πόλης (βλ. το βιβλίο του: «Η πόλη και η ψυχή της») η απάντηση, χωρίς δισταγμό είναι, η εξής: εκεί, στον «τόπο» εκείνο, όπου καθίσταται δυνατή η ανθρώπινη συμβίωση και συνύπαρξη. Και το δεύτερο σημείο στοιχειοθετείται ως ζήτημα προβληματισμού: μήπως άραγε, ενδεχομένως, το «ΝΟΤΟΣ» υποστασιοποιεί το μοντέλο ανάπτυξης για την ευρύτερη περιοχή μας; Αλλά γι’ αυτό το ζήτημα όμως θα γράψω ειδικό κείμενο.  

 
* Ο Θεόδωρος Γεωργίου
είναι Καθηγητής ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ
στο ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ.

 

 

Προτεινόμενο Video

Διαφήμιση

Επισκέπτες σε σύνδεση

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 154 guests και κανένα μέλος