Αστυνομία είναι δημόσια υπηρεσία, επιφορτισμένη να τηρεί τη νομιμότητα και να προστατεύει τη ζωή και την περιουσία των πολιτών, από τους παραβάτες του κοινού ποινικού νόμου.
Αυτός είναι ο ορισμός της Αστυνομίας σε μια δημοκρατική και ευνομούμενη πολιτεία...

Γιατί επιλέγουν να είναι Μπάτσοι;


Αστυνομία είναι δημόσια υπηρεσία, επιφορτισμένη να τηρεί τη νομιμότητα και να προστατεύει τη ζωή και την περιουσία των πολιτών, από τους παραβάτες του κοινού ποινικού νόμου.

Αυτός είναι ο ορισμός της Αστυνομίας σε μια δημοκρατική και ευνομούμενη πολιτεία. Η διαφύλαξη της ασφάλειας των πολιτών. Σαν τέτοιος θεσμός είναι αποδεκτός και επιθυμητός, γιατί είναι δεδομένη η παραβατικότητα και η εγκληματικότητα από μέρους μερίδας κοινωνικών μονάδων και ομάδων.

Αυτό όμως προϋποθέτει δημοκρατική και ευνομούμενη πολιτεία. Η νομιμότητα προϋποθέσει κι αυτή, ύπαρξη νόμων που θέτει και αποδέχεται το κοινωνικό σύνολο, δια των αντιπροσώπων του, στη σύγχρονη κοινωνία. Αν η πολιτεία δεν είναι δημοκρατική ή είναι κατ’ επίφαση δημοκρατική, οι νομικές διατάξεις δεν απηχούν την κοινή αποδοχή και είναι μεροληπτικές και άδικες, οι δε αστυνομικές δυνάμεις υπηρετούν ένα δεσποτικό ή ολιγαρχικό κράτος, παραβιάζοντας τα ανθρώπινα δικαιώματα, τότε μετατρέπονται σε δυνάμεις πραιτωριανών και το κράτος δικαίου, σε αστυνομικό κράτος των κρατούντων και της ολιγαρχίας, στο οποίο οι πολίτες έχουν όχι μόνο δικαίωμα, αλλά και καθήκον ν’ αντιδράσουν.

Προς επιβεβαίωση αυτών των πολύ ολίγων και γενικών θεωρητικών αρχών, ας δούμε πως τα περιγράφει ο ίδιος ο Πρωθυπουργός πριν τέσσερα χρόνια, μετά τους ολυμπιακούς αγώνες στην Αθήνα, στην εκδήλωση για την «ημέρα της αστυνομίας»: «Η σημερινή μέρα είναι αφιερωμένη σ’ αυτούς που μοχθούν, που ξαγρυπνούν και διακινδυνεύουν για να προστατεύουν τη ζωή και την περιουσία μας {…} από τις πιο βασικές υποχρεώσεις της (πολιτείας και της Αστυνομίας) είναι η ασφάλεια των πολιτών».

Και αμέσως μετά: «Είναι ημέρα δέσμευσης της Ελληνικής Αστυνομίας για νέες προσπάθειες προσανατολισμένες στη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς της, την αναβάθμιση του κοινωνικού ρόλου της, την ενδυνάμωση της σχέσης της με τους πολίτες». Πώς όμως;


Το είπε αμέσως μετά ο ίδιος ο Πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, αφού υπενθύμισε το ιδιαίτερο αίσθημα  ασφάλειας που είχε εξασφαλιστεί στους Ελληνες και στους επισκέπτες της χώρας μας, «από την εξαιρετικά διακριτική παρουσία των Σωμάτων Ασφαλείας» κι αυτό, «…με απόλυτο σεβασμό στον κάθε πολίτη και τα ατομικά δικαιώματα».

Αναφέρθηκε ακόμη, τότε στη «σχέση εμπιστοσύνης» που πρέπει ν’ αναπτυχθεί μεταξύ πολιτών και Αστυνομίας «…με απόλυτο σεβασμό (πάλι) στις ελευθερίες και τα δικαιώματα των πολιτών».

Αυτά τα ωραία ή δεν εισακούστηκαν ή κράτησαν λίγο ή για «λίγους» που είχαν διαμορφώσει άλλες αντιλήψεις, ήταν «λόγια του αέρα» και ως τέτοια τα χρησιμοποίησαν για να αερίσουν ιδιαίτερα στενόχωρα και ευαίσθητα μέλη τους.

Διότι λίγο μετά συνέβησαν γνωστά, γνωστότατα «σημεία και τέρατα» διαφθοράς, αναποτελεσματικότητας, καταπίεσης, βίας και εξευτελισμού της προσωπικότητας των ανθρώπων – για μερικά μάλιστα είχαν την αρρωστημένη σαδιστική ευχαρίστηση να τα βιντεοσκοπούν (Α.Τ. Ομονοίας) – ώστε να φθάσει ο διανοούμενος τ. Υπουργός Δημ. Τάξης Βύρων Πολύδωρας (Ιούνιος 2007) να διερωτηθεί «τι αστυνομικό θέλουμε», «Ράμπο» ή ευγενικό;

Βέβαια πρότεινα να βρεθεί «μια μόνιμη ισορροπία ανάμεσα στα δύο»1.

Λες και δεν μπορεί να υπάρξει η σταθερή, αποφασιστική, υπεύθυνη και ευγενική συμπεριφορά, ακόμη και σ’ ένα παραβατικό άτομο.

Αλλά γι’ αυτά απαιτούνται ψυχική ισορροπία, κοινωνική αντίληψη, κατάλληλη εκπαίδευση και καθημερινή άσκηση.

Ε, αυτά λείπουν από το πλείστον ακόμη και καλών αστυνομικών αποδεδειγμένα με σωρεία παραδειγμάτων της καθημερινής πρακτικής, βιντεοσκοπημένα και μη.


Οι λόγοι είναι πολλοί. Η ίδια η ιστορική πορεία της ελληνικής αστυνομίας, αναπαράγει την αντίληψη και την χαρακτηρογραφία του «μπάτσου».

Η ελληνική αστυνομία δημιουργήθηκε, λειτούργησε και αναπτύχθηκε σε εποχές έντονης ταξικότητας. Υπηρέτησε εκ των πραγμάτων μια συγκεκριμένη τάξη και τα καθεστώτα που αυτή είχε επιβάλει, θέτοντας την υπόλοιπη κοινωνία επί ποδός, υπό διωγμόν και καταπίεση. Καθεστώτα που είχαν υποβιβάσει και καθηλώσει τον Ελληνα και τον κάτοικο αυτής της χώρας σε υπήκοο!

Όταν 2500 χρόνια πριν οι Ελληνες δεν ήταν υπήκοοι κανενός2. Ηταν κυρίαρχοι πολίτες.

Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία τριάντα χρόνια έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες και αρκετά βήματα. Εχουν όμως να γίνουν ακόμα πάρα πολλά. Εχουμε και πισωγυρίσματα και κακές επιρροές.

Ο αρμόδιος Υπουργός Προκόπης Παυλόπουλος προχθές, είπε στη Βουλή πως απ’ τη μεταπολίτευση έπαψε η Αστυνομία να είναι ο «σιδηρούς βραχίων» του κράτους. Τον διέψευσε ο Κ. Μητσοτάκης, όταν τον καιρό της πρωθυπουργίας του (1990-93) έτσι ακριβώς είχε προσαγορεύσει την ΕΛ.ΑΣ. Κι αυτή είναι η κρατούσα αντίληψη στις τάξεις της. Ότι είναι εξουσία, γιατί «μπορεί να σε τυλίξει σε μια κόλλα χαρτί…».

Γιατί εκεί που πήγαινε να εκδημοκρατιστεί η Αστυνομία, ήρθαν εκ δυσμών οι νέες αντιλήψεις περί καταστολής, με πρόσχημα την τρομοκρατία, ώστε πολλοί αστυνομικοί (και πολιτικοί) υπέκυψαν στον πειρασμό και οι αστυνομικοί – ιδιαίτερα τα «στρατιωτικά» τους τμήματα, ΜΑΤ, ΕΚΑΜ, ειδικοί φρουροί κλπ., ξανάγιναν μπάτσοι!

Πολλοί νέοι που έβλεπαν με καλό μάτι την αστυνομία, και ως εργασία, τώρα λένε «δεν θέλω να γίνω αστυνομικός και να με φτύνουν».

Ποια όμως είναι η εκπαίδευσή τους; (αφήνω την ψυχολογική τους κατάσταση και υγεία. Εντεκα ψυχολόγους έχουν όλους κι όλους, κι ας προβλέπονται στους νόμους 60 θέσεις). Οσον αφορά την εκπαίδευσή τους πήρα την εύγλωττη απάντηση εκ των ένδον: «άλλα λένε τα βιβλία, άλλα διδάσκονται, άλλα καταλαβαίνουν και άλλα πράττουν». Κι αυτό ισχύει για τους αστυνομικούς υπαλλήλους που περνάνε και 2,5 χρόνια από τις σχολές της Αστυνομίας. Για τους ειδικούς φρουρούς ήταν αρκετοί τέσσερις μήνες! Ευθύνη έχει και ο Σημίτης (το 1999) και πολύ περισσότερο τώρα, ο Παυλόπουλος.

Οι ίδιοι όμως αστυνομικοί δεν έχουν άποψη; Κάποιοι έχουν. Αλλά και το καλό γάλα, άμα το ρίξεις σε ξυνισμένο, θα ξυνίσει κι αυτό. Οι περισσότεροι και ιδιαίτερα όσοι βρίσκονται στη γραμμή κρούσης, έχουν αντικοινωνική ιδεολογία. Είναι ή γίνονται βίαιοι, είναι αυταρχικοί. Επιλέγουν, κατά την έκφραση του Πολύδωρα, να γίνουν «ράμπο». Είναι προφανώς πιο εύκολο, σου δίνει αίσθηση υπεροχής. Μισείς ακόμη εκείνα τα …καλόπαιδα που σπουδάζουν με το περίσσευμα ή το υστέρημα των γονιών τους, ενώ εσύ, ο αστυνομικός, εργάζεσαι σκληρά και πρέπει ίσως να κάνεις και δεύτερη δουλειά, σε νυχτερινό, συνήθως, κέντρο. Νομίζεις και σε διδάσκουν έτσι, ότι η καταστολή είναι πιο αποτελεσματική από την επικοινωνία. Ο διάλογος εξ’ άλλου, δεν είναι για σένα. Ετσι επιλέγεις να γίνεις «μπάτσος».

«Μπάτσος» όμως σημαίνει αναποτελεσματική και επιζήμια τακτική για την κοινωνία, και την εύρυθμη λειτουργία της. Σημαίνει αντίσταση και αντίδραση. Σημαίνει ρήξη και διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής. Σημαίνει διάψευση των καλοπροαίρετων προθέσεων, μερίδας έστω, πολιτών, να σε δούνε σαν χρήσιμο κι εποικοδομητικό στοιχείο της κοινωνικής λειτουργίας. Να σε δουν τουλάχιστον και να σε σεβαστούν σαν εργαζόμενο. Κι αν δεν το καταλαβαίνεις εσύ πρέπει να το καταλάβουν οι υπηρεσιακοί και πολιτικοί προϊστάμενοί σου: χωρίς συνεργασία και αποδοχή από την κοινωνία, είσαι αναποτελεσματικός και σαν τέτοιος άχρηστος και επιζήμιος.


–––––––––––

1. ΒΗΜΑ 24.6.2007

2. Αισχύλος: Πέρσαι, Χορός: «Ούτινος δούλοι κέκληνται φωτός ουδ’ υπήκοος» στοιχ. 242.

 


Προτεινόμενο Video

Διαφήμιση

Επισκέπτες σε σύνδεση

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 60 guests και κανένα μέλος