Η ιδέα της «Ευρώπης των λαών και των εργαζόμενων», είναι ασύμβατη με τους νεοφιλελεύθερους «πυλώνες» της ευρωζώνης                                                 
Γράφει ο Γιάννης Τόλιος*

Η βαθιά κρίση του 2008 έπληξε με ιδιαίτερη σφοδρότητα τις χώρες της ΕΕ, κυρίως τις αδύναμες οικονομίες της ευρωζώνης. Αν και ορισμένες χώρες επέστρεψαν στους θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, οι περισσότερες παρουσιάζουν στασιμότητα και επιδείνωση σε βασικούς δείκτες. Η μεγάλη διάρκεια της κρίσης και η ένταση της ανισοκατανομής του εισοδήματος σε όφελος των ισχυρών μερίδων του κεφαλαίου, επέφερε ανακατατάξεις και στους κόλπους της αστικής τάξης. Χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις καταστράφηκαν, πολλές μεγάλες συρρικνώθηκαν, ενώ επιδεινώθηκαν οι συνθήκες αναπαραγωγής τμημάτων του κεφαλαίου, με αποτέλεσμα την ανακατανομή μεριδίων αγοράς σε όφελος κυρίως μονοπωλιακών ενώσεων του «σκληρού πυρήνα» της ευρωζώνης.

Η γερμανική αστική τάξη αποκομίζει τα μεγαλύτερα οφέλη από τα υψηλά πλεονάσματα στο εμπορικό ισοζύγιο και το χαμηλό κόστος δημόσιου δανεισμού, ενώ αντίθετα έχουν αποδυναμωθεί οι θέσεις των αστικών τάξεων στις λιγότερο ισχυρές χώρες (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιταλία, Ισπανία Ιρλανδία, κά) και στη μεγαλύτερη υποταγή τους στις κυρίαρχες ελίτ της ευρωζώνης. Οι χώρες που μπήκαν στο «Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης» (ESM) εφαρμόζουν με ευθύνη των αστικών δυνάμεων και της «τρόϊκας» (ΕΕ-ΔΝΤ-ΕΚΤ), ακραία μέτρα λιτότητας με αποτέλεσμα τη λαφυραγώγηση λαϊκών εισοδημάτων και δημόσιας περιουσίας χάριν των πιστωτών. Οι εκ των υστέρων ομολογίες εκπροσώπων της «τρόϊκας» για λαθεμένες εκτιμήσεις, αποκαλύπτουν την υποκρισία τους αφού εμμένουν στην εφαρμογή των μέτρων, ενώ από την άλλη το σαθρό οικοδόμημα της ευρωζώνης μετατρέπεται σταδιακά αντί για «ένωση λαών» σε «στρατόπεδο συγκέντρωσης» λαών και εργαζόμενων.

Τα προβλήματα βιωσιμότητας της ευρωζώνης εντείνονται όσο αποτυγχάνουν τα «μέτρα» στήριξης της, δεδομένου ότι δεν επιλύουν τα ενδογενή της προβλήματα. Η πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης δεν είναι υπόθεση αφηρημένων οραματισμών και «καλών προθέσεων», αλλά ευρύτερο πλέγμα διακρατικών και ταξικών σχέσεων και συμφερόντων. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση ως πολιτική «συνεργασίας» κυρίαρχων αστικών τάξεων γίνεται με βάση «το κριτήριο της ισχύος». Όσο πιο ισχυρή είναι μια χώρα σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο, τόσο πιο βαρύνουσα θέση κατέχει στις αποφάσεις που λαμβάνονται για το μέλλον της συγκεκριμένης ενοποίησης. Η «μεγάλη πατρίδα» (Γερμανία) επιχειρεί μέσω κυρίως του ενιαίου νομίσματος, να διεμβολίσει τις «μικρές πατρίδες» θέτοντας την οικονομία της ΕΕ υπό γερμανική σκέπη.

Οι αντιθέσεις μεταξύ κυρίαρχων εθνικών ελίτ για το ρόλο της «ηγεμονίας», αλλά και η αποφυγή ανάληψης αντίστοιχων «υποχρεώσεων» (ανακατανομής πόρων μέσω ομοσπονδιακού προϋπολογισμού, έκδοση «ευρωομόλογου» για στήριξη αδύναμων οικονομιών, κά), φρενάρει την ιδέα της «ομοσπονδιακής ένωσης». Αυτή η αντίφαση επιτείνει τα φαινόμενα «απόκλισης» αντί «σύγκλισης» οικονομιών, ενίσχυσης των «κεντρόφυγων» αντί των «κεντρομόλων» τάσεων και «ανισόμετρης οικονομικής ανάπτυξης» στα πλαίσια της Ένωσης. Γιαυτό και η ΕΕ, πολύ περισσότερο η ευρωζώνη, δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις εξωπραγματικές διακηρύξεις περί «οικονομικής σύγκλισης», «κοινωνικής συνοχής» και «Ευρώπης των λαών», όταν κυρίαρχο ρόλο παίζουν κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που ενεργούν με όρους ισχύος, ανταγωνισμού και ηγεμονίας, αντί ισότιμης συνεργασίας, αλληλεγγύης, κοινωνικής δικαιοσύνης, ουσιαστικής δημοκρατίας και λαϊκής κυριαρχίας.      

Η ιδέα της «Ευρώπης των λαών και των εργαζόμενων», είναι ασύμβατη με τους νεοφιλελεύθερους «πυλώνες» της ευρωζώνης (ΕΚΤ, Σύμφωνο Σταθερότητας, Μηχανισμός Στήριξης + Μνημόνια, Δημοσιονομικό Σύμφωνο, κά). Η μόνη λύση για τους λαούς βρίσκεται στην ανατροπή του ταξικού οικοδομήματος της ευρωζώνης, η οποία ανεξάρτητα από τον τρόπο που θα γίνει, θα πρόκειται για «ριζοσπαστική ανατροπή» και σε κάθε περίπτωση για εξουσία των λαών και όχι των πολυεθνικών. Το πως ακριβώς θα πραγματοποιηθεί, ξεκινώντας από μια, δυο, τρεις..... δέκα τρεις ή όλες μαζί χώρες, παραμένει ανοικτό πολιτικό ζήτημα.!

Από αυτήν άποψη αποκτά μεγάλη σημασία ο προσδιορισμός των κυριότερων αξόνων του εναλλακτικού προγράμματος προοδευτικής εξόδου από την κρίση, σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο. Μια «Ενωμένη Ευρώπη» με νεοφιλελεύθερα υλικά, ακόμα και αν πραγματοποιηθεί, θα είναι Ένωση σε «αντιδραστική κατεύθυνση», χωρίς σχέση με το όραμα της Ευρώπης των λαών και των εργαζόμενων. Η τελευταία προϋποθέτει επαναθεμελίωση σε νέα αρχιτεκτονική. Για τους λαούς και εργαζόμενους της Ευρώπης, ιδιαίτερα των χωρών της περιφέρειας, η ανατροπή της πολιτικής των Μνημονίων και διαγραφής του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, αποτελεί ζήτημα επιβίωσης, ενώ σηματοδοτεί την αντικειμενική αναγκαιότητα για μια νέα πορεία της Ευρώπης προς το «ιστορικά αναγκαίο», τη σοσιαλιστική προοπτική.

Οι πολιτικές-κοινωνικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή των παραπάνω στη χώρα μας, είναι η ανάδειξη αριστερής κυβέρνησης προϊόν μιας ευρύτερης ριζοσπαστικής συμπαράταξης. Η ανάπτυξη ενός ρωμαλέου και πολύμορφου κινήματος αντίστασης, ανατροπής και αλληλεγγύης κατά των αντιλαϊκών πολιτικών, αποτελεί «όχημα βάσης» στην προώθηση του σχεδίου. Η παθητικότητα, μοιρολατρία και αποδοχή τετελεσμένων, είναι η χειρότερη στάση και δεν αντιστοιχεί στις αγωνιστικές παραδόσεις, ιστορικές εμπειρίες, και υπερήφανη στάση του ελληνικού λαού προς ξένους και εγχώριους δυνάστες. Τέλος ο συντονισμός και αναβάθμιση της δράσης με κινήματα στις χώρες της ΕΕ,αποτελεί στις σημερινές συνθήκες, αναντικατάστατο μέσο επιτυχίας των πιο πάνω στόχων και ενθάρρυνσης ανάλογων ανατροπών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που θα ανοίξει νέους ελπιδοφόρους ορίζοντες για μια Ευρώπη των λαών, των εργαζόμενων και της σοσιαλιστικής προοπτικής.

ο Γιάννης Τόλιος είναι διδάκτωρ οικονομικών, μέλος ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ

Προτεινόμενο Video

Διαφήμιση

Επισκέπτες σε σύνδεση

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 228 guests και κανένα μέλος