Ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων, όπως έγραψα στο προηγούμενο άρθρο, υπήρξε κορυφαία πνευματική προσωπικότητα του 14ου αιώνα και μάλιστα των ύστερων  Βυζαντινών χρόνων της Παλαιολόγειας εποχής.

Καθαρός εκφραστής του πλατωνικού αλλά και νεοπλατωνικού  στοχασμού,  θέλησε με μια δική του ξεχωριστή θέση να αναπτύξει ένα ιδιαίτερο φιλοσοφικό θρησκευτικό σύστημα. Στο δικό του σύστημα ανέμειξε τον πολυθεϊσμό και Ζωροαστρισμό και έκανε προτάσεις για την επιβίωση του ελληνικού κόσμου και γενικότερα της φθίνουσας Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η πράξη του βέβαια αυτή, μέσα σε μια κοινωνία που κυριαρχούσε  το μοναστήρι, ο  μοναχισμός και η χριστιανική λατρεία δεν ήταν κάτι εύκολο. Προτού  όμως βιαστούμε να τον κρίνομε θρησκευτικά, για παγανισμό και αιρετικές διδασκαλίες, θα πρέπει  να εξετάσομε προσεκτικά το προσωπικό του  κύρος, αλλά και το γεωπολιτικό και κοινωνικό υπόβαθρο της εποχής του.

 

Για το ανάστημα του ανδρός έχομε ήδη γράψει. Γεγονός αποδεικτικό αποτελεί η  κατ΄έντολήν του αυτοκράτορα συμμετοχή του, λόγω λατινομάθειας και ευρυμάθειας,  στη Σύνοδο  της Φερράρας στη Φλωρεντία, όπου εκτός του ότι επιτυχώς αντιμετώπισε τις παπικές παρεμβάσεις στο σύμβολο της Πίστεως, αρνήθηκε να προσυπογράψει την ένωση των Εκκλησιών.

Η εποχή του Γεμιστού συμπίπτει χρονικά με την περίοδο, που οι Τούρκοι για πρώτη φορά περνούν στην Ευρώπη και αποτελούν έκτοτε μια  συνεχή απειλή γι’ αυτήν.   Το Βυζάντιο τώρα αρχίζει να δίνει τον αγώνα της δικής του επιβίωσης. Εδαφική συρρίκνωση και συμπτώματα άρνησης κάθε ηθικής αξίας, γενικότερης παρακμής και αποσύνθεσης, που οδηγούν στον μηδενισμό, είναι τα γνωρίσματα  τα οποία  κυριαρχούν στην πάλαι ποτέ βασιλίδα, που γεφύρωνε την Ανατολή με τη Δύση. Ο στρατός είναι κυρίως μισθοφορικός και γονατίζει  την ούτως ή άλλως ασθενική κρατική οικονομία, χωρίς από την άλλη μεριά να είναι αξιόμαχος αλλά ούτε και αξιόπιστος. Η οικονομία είναι σε διάλυση, το εμπόριο των βυζαντινών,  με την εκ των πραγμάτων παραχώρηση δικαιωμάτων σε ιταλικές πόλεις, έχει παραλύσει και η μικρή αγροτική οικονομία  προοδευτικά εξαφανίζεται. Συγχρόνως η υψηλή φορολογία των ασθενεστέρων τάξεων αυξάνει τη λαϊκή αγανάκτηση. Και σε όλα αυτά, το εκκλησιαστικό κατεστημένο, ζεί στο δικό του κόσμο και διχάζει τον λαό σε ενωτικούς και ανθενωτικούς.

 Στη Δύση  χαράζει  η Αναγέννηση, ενώ στο Βυζάντιο  μια ζοφερή πραγματικότητα εξαφανίζει κάθε ελπίδα για ένα καλύτερο  μέλλον.  Σε αυτό το επικρατούν  κλίμα, έρχεται ο Πλήθων να ταράξει το τέλμα με την θρησκευτική, κοινωνική και οικονομική προτεινόμενη μεταρρύθμιση. Απογοητευμένος από τον  χριστιανισμό, που παραμένει  απαθής  και αμέτοχος στα προβλήματα επιβίωσης του γένους, προωθεί τον ελληνικό πολυθεϊσμό και το  αρχαίο ελληνικό πνεύμα. Με  τις θεωρίες του Πλάτωνα,   ιδρύει στην Ιταλία με τη βοήθεια του Κοσμά των Μεδίκων, την Πλατωνική Ακαδημία, «τον συντριμμένο ναό των Ελλήνων». (Παλαμάς), αλλά και από  τον Μυστρά δεν παύει να μάχεται σθεναρά κατά των εθνοφθόρων ενεργειών του Πάπα.

 Στο Βυζάντιο, τα μοναστήρια είχαν στην ιδιοκτησία τους το  1/3 των εδαφών της αυτοκρατορίας, με αποτέλεσμα την αθλιότητα του βίου των αγροτών.

Το 1416, με το υπόμνημά του «Περί των εν Πελοποννήσω πραγμάτων», καταγγέλει την ανισότητα της κατανομής της γής. Δηλώνει ότι η γη δεν είναι ιδιοκτησία κανενός. Ανήκει στον καλλιεργητή   και σε αυτόν,   μόνο όσον αφορά τη νομή της και μόνο για το διάστημα που την καλλιεργεί, και όχι όταν την έχει εγκαταλείψει χέρσα. Το προϊόν της παραγωγής προτείνει να κατανέμεται σε τρία μερίδια: Ένα για τον εργάτη, ένα στον παραγωγό (δηλαδή αυτόν που έχει το χωράφι ή τα μέσα παραγωγής)  και ένα για  το δημόσιο, που διατίθεται  στη συντήρηση του κράτους και του στρατού. «Δια ταύτα τοίνυν και τριχή φημί δέον νενεμείσθαι τους γιγνομένους εκάστοις των έργων καρπους, είτε σίτος είεν, είτε οίνος, είτε έλαιον, είτε βομβύκινα έτι. τε βοσκημάτων,.. ..τόκοι, γάλα, έριον, είτε τι άλλο παραπλήσιον… μιάν  τω εργάτη γεγενείσθαι μοίραν, δευτέραν δε τους τελέσι, την τρίτην δε αυτώ τω δημοσίω»

Προχωρεί ακόμα παραπέρα και δηλώνει, ότι τα εγκαταλελειμμένα σπίτια δεν ανήκουν σε  κανέναν, ούτε σε εκείνον που τα έχτισε, αλλά μόνο σε αυτόν που και όταν τα κατοικεί.  «εξείνε δε παντί τω εθελόντι φυτεύειν όπη βούλεται και εποικοδομείν και αρούν γής τι τοσούτον οπόσον βούλεται και δύναται». Διαχωρίζει τις κοινωνικές τάξεις σε τρείς:  1) Στην τάξη των «αυτουργών», στην οποία υπάγονται οι ασχολούμενοι με την καλλιέργεια της γης και την κτηνοτροφία.  2) Στην τάξη των «διακόνων», δηλαδή εμπόρων, τεχνητών, εμμίσθων υπαλλήλων, 3) Στην τάξη των «αρχόντων», αυτών που ασχολούνται για την ασφάλεια και πρόοδο του κράτους. Η πρώτη και δεύτερη τάξη υπόκειται σε ελαφρά φορολογία, αλλά δεν στρατεύεται. Στρατεύεται η τρίτη τάξη, αλλά δεν φορολογείται. Για τη συντήρηση του στρατού επιβαρύνονται μόνο οι οικογένειες που δεν στρατεύονται. Μια οικογένεια  συντηρεί τον πεζικάριο, δύο τους ιππείς και από τρείς τους  αξιωματικούς, ιερείς, και  αρχιερείς. Ο βασιλιάς αποφασίζει εν λευκώ, πόσες οικογένειες θέλει να τον συντηρούν.  Προτείνει την κατάργηση της θανατικής ποινής και της ποινής δια ακρωτηριασμού. Αντ΄αυτών προτείνει την ποινήν των κοινωνικών καταναγκαστικών έργων. «Ούτως ο Γεμιστός  δ΄ ουχ άπαξ ώσπερ ο Δίκαιος Αριστείδης, αλλά πάσι δια βίου νέμων τα δίκαια.»

Για την αντιμετώπιση του αδίκηματος   της παρά φύσιν ασέλγειας, του οποίου υπήρξε πολέμιος προέτεινε την πολυγαμίαν: «κοινάς είναι τας κτήσεις και τας γυναίκας, αλλά και τους παίδας». Δηλαδή οι γυναίκες και τα παιδιά να είναι κοινά, αλλά εγώ δεν καταλαβαίνω πως με αυτή την κοινοκτημοσύνη έβλεπε δυνατή  τη σύσταση των οικογενειών. Μισούσε το νόμισμα και προέτεινε την εις είδος συναλλαγή.   Πίστευε στον κρατικό παρεμβατισμό με υψηλούς δασμούς, όσον αφορά την εισαγωγή ξένων προϊόντων και προστάτευε  την εγχώρια παραγωγή που οδηγεί σε αυτάρκεια. 

Στο πρώτο κεφάλαιο των Νόμων του, (το όλο έργο απαρτιζόταν από τρία βιβλία και 101 κεφάλαια εξ ών διασώθηκαν μόνο 15) μιλά για την αρίστη πολιτεία, για τον Ζωροάστρη, τον Πλάτωνα και τους ΄Ελληνες. Σε άλλο κεφάλαιο,  αναφέρεται στο θρησκευτικό του πιστεύω, που την πρώτη θέση θεωρεί να κατέχει ο  υπέρτατος Δίας, η πρώτη και η αγέννητη αρχή. Σε άλλο κεφάλαιο μας μιλά για την ειμαρμένη και την απόλυτη αιτιοκρατία στην οποία πιστεύει. Και το έργο κλείνει με το κεφάλαιο ‘’Επινομίς’’ που αποτελεί την όλη περίληψη. Όπως δε είχα γράψει και στο προηγούμενο άρθρο, αυτό το έργο μετά το θάνατό του  Πλήθωνα, ο πατριάρχης Σχολάριος, μη μπορώντας να αντέξει τον δι΄ αυτού προτεινόμενο πολυθεϊσμό, με  προτροπή της Θεοδώρας, της συζύγου του Δημητρίου Παλαιολόγου, δεσπότη του Μυστρά, το κατέστρεψε δια της πυράς.

Τον απέρριψε δια της πυράς ο Πατριάρχης Γεώργιος Γεννάδιος ο Σχολάριος, ο οποίος δεν έπαψε ποτέ να δηλώνει την άρνηση του ότι είναι Ελληνας. «Έλλην ων τη φωνή ουκ αν ποτέ φαίην Έλληνας». Αν και μιλώ την ελληνική γλώσσα, ποτέ δεν είπα ότι είμαι Έλληνας. Σε αντίθεση με τον Πλήθωνα, που δήλωνε  με υπερηφάνεια: Εμείς είμαστε Έλληνες στην καταγωγή και στη γλώσσα  και στην πατροπαράδοτη παιδεία.. «Εσμέν γαρ ουν Έλληνες το γένος» .

γιάννης κορναράκης του μάνθου

 

Βοηθήματα

1) Εγκυκλ. Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα

2) Ευαγγ. Σαββόπουλου:  “Ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων”

3) Ευαγγ. Σαββόπουλου: “Χριστιανισμός και Εργασία”,

4) Γενναδίου Σχολαρίου: “Άπαντα τα Ευρισκόμενα”, Εκδ. Le Petit,  1928

5) Βασίλιεφ:”’Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας”.

6) Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων:’ “Νόμων Συγγραφή’’ Εκδ. Ζήτρος


Προτεινόμενο Video

Διαφήμιση

Επισκέπτες σε σύνδεση

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 195 guests και κανένα μέλος