ΔΙΟΓΕΝΗΣ Ο ΚΥΩΝ, ΠΟΛΙΤΗΣ ή ΚΟΣΜΙΤΗΣ; Διογένης Kυνική ηθική ζην

ΑΡΧΕΣ ΚΥΝΙΚΗΣ ΗΘΙΚΗΣ, TEΛΙΚΟΣ ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

«Τό κατ᾽ἀρετήν ζν»

«Τόν κυνισμόν ερήκασι σύντομον π᾽ἀρετήν δόν».

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 104)

(= έχουν πει πως ο κυνισμός είναι ένας σύντομος δρόμος για να φτάσει κανείς στην αρετή).

 

Eπιλεγμένα αποσπάσματα της κυνικής φιλοσοφίας του Διογένη

 

«Συνεχές τε λεγεν ες τόν βίον παρεσκευάσθαι δεν λόγον βρόχον»

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 24)

(= και συνήθιζε να λέει - Ο Διογένης - πως για τη ζωή μας χρειάζεται ορθός Λόγος ή βρόχος (θηλιά).

πολις, οικος, Πατρίδος στερημένος, Πτωχός, Πλανήτης, βίον χων τοφ᾽ἡμέραν»

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 38)

(= Εξόριστος, Άστεγος/Ανέστιος, άνευ Πατρίδος, Φτωχός, Περιπλανώμενος, που ζητιανεύει το καθημερινό ψωμί του).

«Πρός τούς επόντας, γέρων ε καί λοιπόν νες, “τί δέ”, φη, “εἰ δόλιχον τρεχον, πρός τ τέλει δει με νεναι καί μή μλλον πιτεναι;”»

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 34)

(= σ ‘ εκείνους που του είπαν “είσαι πια γέρος, δεν κάθεσαι να αναπαυθείς;”, “μα πώς” τους είπε “αν έτρεχα στο στάδιο και ήμουν κοντά στο τέρμα θα ‘πρεπε να χαλαρώσω το βήμα μου και όχι μάλλον να βάλω όλα τα δυνατά μου;”).

«νθα καί πυνθανομένου το Ξενιάδου πῶς αὐτόν θάψειεν, ἔφη, “ἐπί πρόσωπον”, τοῦ δ᾽ἐρομένου ”διά τί;” “ὅτι μετ᾽ὀλίγον”, εἶπε, “μέλλει τά κάτω ἀναστρέφεσθαι”».

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 32)

(= όταν κάποτε τον ρώτησε ο Ξενιάδης πώς ήθελε να τον θάψουν, “με το πρόσωπο προς τα κάτω”, είπε. “Γιατί;” τον ρώτησε, “γιατί σε λίγο, είπε, πρόκειται να έρθουν τα κάτω - πάνω).

«φωνήσας ποτέ, ”ἰώ ἄνθρωποι”, συνελθόντων, καθίκετο τῇ βακτηρίᾳ, εἰπών ἀνθρώπους ἐκάλεσα, οὐ καθάρματα»

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 32)

(= μια μέρα φώναζε: “ε, άνθρωποι, πού είστε!” Όταν μαζεύτηκε κόσμος, τους άρχισε με τη μαγκούρα λέγοντάς τους: “ανθρώπους κάλεσα, όχι καθάρματα”).

«ἐρωτηθείς τί ποιῶν κύων καλεῖται, ἔφη, “τούς μέν διδόντας σαίνων, τούς δέ μή διδόντας “ὑλακτῶν, τούς δέ πονηρούς δάκνων”».

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 60)

(= όταν ρωτήθηκε για ποιο λόγο αποκαλείται σκύλος, “γιατί”, είπε, “εκείνους που δίνουν τους καλοπιάνω, εκείνους που δεν δίνουν τους γαβγίζω και τους παλιανθρώπους τους δαγκώνω”).

«ρωτηθείς τί αὐτῷ περιγέγονεν ἐκ φιλοσοφίας, ἔφη, «καί εἰ μηδέν ἄλλο, τό γοῦν πρός πᾶσαν τύχην παρεσκευάσθαι».

«ἐρωτηθείς πόθεν εἴη, “κοσμοπολίτης”, ἔφη»

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 63)

(= όταν ρωτήθηκε τί κέρδισε από τη φιλοσοφία, “αν όχι τίποτε άλλο”, είπε, “τουλάχιστον το ότι είμαι προετοιμασμένος να αντιμετωπίζω οποιαδήποτε μεταβολή της τύχης”.

“όταν ρωτήθηκε ποιανού κράτους πολίτης είναι”, είπε, “κοσμοπολίτης”).

«τήν παιδείαν εἶπε τοῖς μέν νέοις σωφροσύνην, τοῖς δέ προσβυτέροις παραμυθίαν, τοῖς δέ πένησι πλοῦτον, τοῖς δέ πλουσίοις κόσμον εἶναι».

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 68)

(= η παιδεία, έλεγε, για τους νέους είναι σύνεση/αυτοκυριαρχία, για τους ηλικιωμένους παρηγοριά, για τους φτωχούς πλούτος και για τους πλούσιους στολίδι/κόσμημα).

«Ἐρωτηθείς τί κάλλιστον ἐν ἀνθρώποις, ἔφη, παρρησία».

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 69)

(= όταν ρωτήθηκε ποιο είναι το ωραιότερο πράγμα στον κόσμο, είπε, “η παρρησία” (ειλικρίνεια, αλήθεια)).

«Ἐρωτηθείς διά τί ἀνδράποδα ἐκλήθη, “ὅτι”, φησί, “τούς πόδας ἀνδρῶν εἶχον, τήν δέ ψυχήν ὁποίαν σύ νῦν ὁ ἐξετάζων”».

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 67)

(= σ’ εκείνον που τον ρώτησε, πώς βγήκε το όνομα ανδράποδα, “γιατί αυτά”, του είπε, “είχαν πόδια ανδρών, αλλά την ψυχή την είχαν σαν τη δική σου, που τώρα με ρωτάς”).

«Πρός τόν εἰπόντα κακόν εἶναι τό ζῆν, “οὐ τό ζῆν”, εἶπεν, “ἀλλά τό κακῶς ζῆν”».

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 55)

(= σ’ εκείνον που του είπε ότι η ζωή είναι κακό πράγμα, απάντησε, “όχι η ζωή αλλά η κακή, η εξαχρειωμένη ζωή).

«Ἐρωτηθείς ὑπό τινος, “ποῖός τίς σοι Διογένης δοκεῖ;” “Σωκράτης”, εἶπε, “μαινόμενος”.

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 54)

(= όταν ρωτήθηκε από κάποιον, “τί λογής άνθρωπος νομίζεις πως είσαι Διογένη;” “ένας λυσσασμένος Σωκράτης”, απάντησε).

«Πρός τόν εἰπόντα, “ἀνεπιτήδειός εἰμι πρός φιλοσοφίαν”, “τί οὖν”, ἔφη, “ζῇς, εἰ τοῦ καλῶς ζῆν μή μέλει σοι;”».

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 65)

(= σε κείνον που του δήλωσε “είμαι ακατάλληλος για τη φιλοσοφία”, “τότε τί ζεις”, του είπε, “αφού δεν σκοτίζεσαι για το καλώς ζην, για την απόκτηση αρετής και σοφίας;)

«Πρός τε τόν ὀνειδίσαντα αὐτῷ τήν φυγήν, “ἀλλά τούτου γ᾽ἕνεκεν”, εἶπεν, “ὦ κακόδαιμον, ἐφιλοσόφησα”. καί πάλιν εἰπόντος τινός, “Σινωπείς σου φυγήν κατέγνωσαν”, “ἐγώ δέ γε”, εἶπεν, ἐκείνων μονήν».

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 49)

(= σε κείνον που τον περιγελούσε για την εξορία του, “αμ’ αυτό ακριβώς, κακομοίρη, στάθηκε η αιτία να γίνω φιλόσοφος”, του είπε. Και όταν κάποιος άλλος του είπε πάλι, “Οι Σινωπείς σε καταδίκασαν να φύγεις”, “κι εγώ”, του είπε, “τους καταδίκασα να μείνουν εκεί”).

«Θεασάμενος ποτε τούς ἱερομνήμονας τῶν ταμιῶν τινα φιάλην ὑφῃρημένον ἄγοντας ἔφη, “οἱ μεγάλοι κλέπται τόν μικρόν ἄγουσι”».

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 45)

(= σαν είδε μια μέρα τους αξιωματούχους ενός ταμείου να οδηγούν στη φυλακή κάποιον που είχε κλέψει ένα κύπελλο από τους θησαυρούς του ταμείου, είπε, “οι μεγάλοι κλέφτες έπιασαν τον μικρό”).

«σπουδαιολογουμένῳ ποτέ ὡς οὐδείς προσῄει, ἐπέβαλε τερετίζειν· ἀθροισθέντων δέ ὠνείδισεν ὡς ἐπί μέν τούς φληνάφους ἀφικνουμένων σπουδαίως, ἐπί δέ τά σπουδαῖα βραδυνόντων ὀλιγώρως».

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 27)

(= κάποτε που μιλούσε για σοβαρά πράγματα, αλλά κανένας δεν πήγαινε να τον ακούσει, άρχισε να κελαηδάει σαν πουλί, όταν μαζεύτηκε κόσμος τους κατέκρινε ότι για να ακούσουν ανοησίες, τρέχουν με όλη τους τη σοβαρότητα, αλλά για σοβαρά θέματα αργοπορούν και αδιαφορούν).

«Ἐρωτηθείς εἰ κακός ὁ θάνατος, “πῶς”, εἶπε, “κακός, οὗ παρόντος οὐκ αἰσθανόμεθα;”».

(Διογένης Λαέρτιος, 3ος μ.Χ. «ΒΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ», 68)

(= όταν ρωτήθηκε αν είναι κακό πράγμα ο θάνατος, “πώς μπορεί να ‘ναι κακό, είπε, αφού όταν αυτός είναι παρών εμείς δεν τον αισθανόμαστε (γιατί δεν υπάρχουμε”)).

“Ἄνθρωπον Ζητῶ”. Η φράση αυτή του Διογένη, είναι διαχρονική και επίκαιρη ιδιαίτερα στην εποχή μας, όπου αναζητούμε επί ματαίω, με το φανάρι του Διογένη, ένα πραγματικό αντι-μνημονιακό και αξιο-μνημόνευτο ηγέτη, να μας σώσει από τον ολισθηρό κατήφορο και δεν βρίσκεται....

O μεν Μέγας Αλέξανδρος πέθανε διότι ήθελε τον κόσμον όλον. Ο δε Διογένης, σχεδόν αυτοκτόνησε σε μεγάλη ηλικία, τρώγοντας ωμό χταπόδι, διότι δεν κατάφερε να κερδίσει κι αυτός τη φιλοσοφία των κυνικών όλη.

Επ᾽ευκαιρία της 28ης Οκτωβρίου - Εθνικής εορτής, σας υπενθυμίζουμε: «Η σημερινή δυσμενής κατάσταση της χώρας μας, οφείλεται στους yes men (άνθρωποι του ΝΑΙ), μηδέ εξαιρουμένης και της καμπούρας μας, που αντί για ΟΧΙ λέμε σε όλα ΝΑΙ.

Η ιστορία υφαίνεται με τα ΟΧΙ και αποξηλώνεται με τα ΝΑΙ.

Πέτρος Ιωαννίδης

Καθηγητής φιλόλογος του 2ου ΓΕΛ Βούλας

Προτεινόμενο Video

Διαφήμιση

Επισκέπτες σε σύνδεση

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 269 guests και κανένα μέλος